Connect with us

Οικογένεια

Ακούτε τα παιδιά σας;


Θέλω να σας απευθύνω ένα ερώτημα κρίσεως. Ακούτε τα παιδιά σας; Θα ήθελα το ερώτημα
αυτό να το θέσετε προσεκτικά στον εαυτό σας και να δώσετε μια ειλικρινή απάντηση.
Συμβαίνει πολύ συχνά να μην ακούμε τα παιδιά μας. Γιατί την ώρα που μας μιλάνε, εμείς
σκεφτόμαστε πώς θα τα στολίσουμε με όλα τα ανεπίτρεπτα κοσμητικά επίθετα και πώς θα τους
περάσουμε τις δικές μας θέσεις και αντιλήψεις. Βασικά αυτό που κάνουμε είναι να προσπαθούμε
να δημιουργήσουμε τα παιδιά μας πανομοιότυπα αντίγραφα του εαυτού μας πράγμα δυστυχώς
εγωιστικό. Γιατί ξεχνάμε ότι το κάθε παιδί, είναι μοναδικό πλάσμα πάνω στη γη και δε θα υπάρξει
όμοιο του;
Ένας άλλος λόγος που δεν ακούμε τα παιδιά μας είναι λόγο της έλλειψης εκ μέρους μας
της Συναισθηματικής Νοημοσύνης, της διαχείρισης των συναισθημάτων μας. Δεν μπορούμε να
αναγνωρίσουμε και να διαχειριστούμε τα δικά μας συναισθήματα, πόσο μάλλον να
συναισθανθούμε τα συναισθήματα των παιδιών μας και να διαγνώσουμε τα δικά τους χαρίσματα
και να τα βοηθήσουμε ως καλοί προπονητές τους να τα καλλιεργήσουν. Δεν ακούμε τα παιδιά μας
γι’ αυτό δε μας σέβονται και δε μας ακούνε και αυτά.
Σας παρουσιάζω έναν συνήθη διάλογο μητέρας – κόρης για να κατανοήσουμε γιατί τα
παιδιά μας δεν μας ακούνε.
Η μητέρα ανέθεσε στην κόρη, φεύγοντας για ψώνια από το σπίτι, να σκουπίσει και να
καθαρίσει το δωμάτιο της. Εκείνη το αμέλησε και το αποτέλεσμα ήταν, να έχει την ακόλουθη
εκρηκτική αντίδραση της μητέρας της: «Πόσες φορές σου το είπα πριν φύγω να καθαρίσεις το
δωμάτιο σου; Δεν το πιστεύω! Είσαι τεμπέλα και ανεπρόκοπη. Τι να περιμένει κανένας από
σένα;’»
Θέλω εσείς οι ίδιοι να απαντήσετε ειλικρινά, πώς μ’ αυτό τον τρόπο αντιμετώπισης αυτή η
μητέρα προήγαγε τις σχέσεις με το παιδί της και πώς το βοήθησε να γίνει πιο υπεύθυνο; Σας ερωτώ
πόσο θα σας άρεσε να σας μιλάει με τον ίδιο τρόπο ο σύζυγος σας; Γιατί πράγματα που δεν μας
αρέσουν, τα κάνουμε εμείς στους άλλους; Ποιος μας έδωσε αυτό το δικαίωμα; Ας παρουσιάσουμε
και ένα άλλο διάλογο πατέρα – γιού.
Ο πατέρας είναι στο σπίτι χαλαρώνοντας και παρακολουθώντας τηλεόραση. Έρχεται ο γιος
από το σχολείο ή το φροντιστήριο και βάζει δυνατά το στερεοφωνικό για να αποφορτιστεί λίγο.
Τότε ο πατέρας που του χάλασε η ησυχία του ξεσπά με φωνές στο γιο λέγοντας του: «Είσαι
αναίσθητος και ανάγωγος. Βλάκας είσαι και δεν καταλαβαίνεις ότι αυτή τη στιγμή χαλαρώνω και
θέλω ησυχία;»
Πόσο πρόθυμος να είναι ο γιός του να συνεργαστεί; Όλα τα μηνύματα που του μετέφερε ο
πατέρας του ήταν ταπεινωτικά και του έβαλαν αρκετές ταμπέλες. Ο πατέρας πρόσβαλλε το παιδί
του, το υποτίμησε με αυτές τις λέξεις. Του δημιούργησε ξεσπώντας βίαια τη διάθεση να
αντιδράσει. Φυσικό είναι με τον ίδιο τρόπο που του μίλησε ο πατέρας του να μιλήσει και ο γιος.
Πώς να τον σεβαστεί, αφού ο ίδιος ο πατέρας έχασε τον αυτοσεβασμό του; Δε θα ήταν καλύτερα να
μεταφέρουμε τα δικά μας αισθήματα στο παιδί φέρνοντας το στο «φιλότιμο»; Δεν θα ήταν πιο
σωστό να κάνουμε έκκληση στην νοημοσύνη του και στον καλό του χαρακτήρα και στην επιθυμία
του για συνεργασία;
Μπορούσε η μητέρα να πει: «Αγάπη μου γλυκειά, όταν χρειάζεται να σου ζητήσω τόσες
φορές να συγυρίσεις το δωμάτιο σου, νοιώθω στα αλήθεια απογοητευμένη γιατί φαίνεται ότι τα
λόγια μου δεν μετρούν» ή « νοιώθω αποθαρρυμένη γιατί εργάζομαι σκληρά να έχουμε ένα καθαρό
σπίτι».
Η μητέρα εδώ αντί να φορτώνει με κοσμητικά και ταμπέλες την κόρη απλά παίρνει την
ευθύνη των δικών της συναισθημάτων. Έτσι με αυτόν τον τρόπο ζητά από την κόρη να σεβαστεί
και να τη βοηθήσει να ξεπεράσει τα αισθήματα της απογοήτευσης. Λέγοντας αυτά στο παιδί σας να
προσέχετε πολύ τη γλώσσα του σώματος και τον τόνο της φωνής σας. Χρειάζεται ο τόνος να είναι
φιλικός, το πρόσωπο μας ήρεμο.
Σύμφωνα με το βιβλίο «Γονείς και έφηβοι: Από τις συγκρούσεις στη συνεργασία» των
Dickmeyer-Makkay (Εκδόσεις “Θυμάρι”) να χρησιμοποιείτε τις φράσεις «αισθάνομαι
απογοητευμένος», «είμαι προβληματισμένος» ή «ανησυχώ» γιατί αυτές οι φράσεις αναφέρονται
στα δικά σας συναισθήματα. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσετε ότι δεν είναι η πράξη που σας
ενοχλεί, αλλά οι συνέπειες που δημιουργούνται για σας. Για αυτό στέλνουμε το μήνυμα στο α’
πρόσωπο.

Περιγράφοντας τη συμπεριφορά που σας ενοχλεί βάζοντας το όταν.. μπροστά «Όταν βλέπω
το δωμάτιο σου ακατάστατο…»

Εκφράζουμε πώς νοιώθουμε για τη συνέπεια, που έχει για σας αυτή η συμπεριφορά
«Αισθάνομαι ανήσυχη».

Αναφέρουμε τη συνέπεια «….γιατί πρέπει να το καθαρίσω εγώ και δεν μου επιτρέπουν οι
δυνάμεις μου και ούτε με παίρνει η ώρα».
Διερωτηθήκατε ποτέ πώς με όλα αυτά τα βίαια ξεσπάσματα και τα άσχημα «κοσμητικά»,
που στολίζετε το παιδί σας ,του καταρρακώνετε την αυτοεκτίμηση; Του δημιουργείτε εσείς οι
ίδιοι την πεποίθηση της ανεπάρκειας και της ανικανότητας; Με τι ψυχικά εφόδια θα βγει έξω στη
ζωή αργότερα; Το πιο συχνό φαινόμενο είναι τα παιδιά που ακούν επανειλημμένως το «βλάκας»,
«άχρηστος», «ανίκανος» κ.τ.λ. να προσπαθήσουν στην πορεία να σας αποδείξουν ότι αυτό ακριβώς
είναι. Το πίστεψαν τόσες πολλές φορές που το άκουσαν και στη συνέχεια αφήνουν και οδηγούν τον
εαυτό τους στο να επαληθεύσουν τη γνώμη, που έχετε γι’ αυτά. Μη φορτώνετε στα παιδιά τα δικά
σας αρνητικά συναισθήματα και την ανεπαρκή γνώμη που έχετε για τον εαυτό σας.
Να πάμε λίγο πιο βαθιά. Ποιος γονιός που είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του από όλες
τις πλευρές, τα «έχει βρει» όπως λέμε με τον εαυτό του, θα μιλήσει με τέτοιο τρόπο στα παιδιά του;
Πάψτε να στήνετε το όπλο ενάντια στα παιδιά σας και να «πυροβολείτε» την
αυτοπεποίθηση τους και τη δημιουργικότητά τους. Ταπεινωθείτε λίγο και σκύψτε να τα
ακούσετε. Μη μιλάτε εσείς. Απλά θέτετε ερωτήσεις για το πώς αισθάνονται, πώς σκέφτονται και
ακούστε τα χωρίς να μιλάτε. Ακούστε τα για να μάθετε τους φόβους, τις δυσκολίες τους, τις
ανασφάλειες τους, τα όνειρα τους, τις επιδιώξεις τους. Πρόκειται για τα παιδιά σας, ό,τι
πολυτιμότερο έχετε στη ζωή σας.
Θα είναι πολύ λυπηρό να περάσουν τα χρόνια, το παιδί σας να φύγει από το σπίτι και να
είσθε δυο ξένοι. Και όχι μόνο αυτό, αλλά μεγαλώνοντας και συνειδητοποιώντας το παιδί ότι εσείς
είσθε «ο φονιάς» της αυτοεκτίμησης του και των «ονείρων του», να σας στήσει αυτό στον τοίχο με
το να σας αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο, σαν ‘Ξένο’. Πόσο ευχάριστο θα είναι αυτό για σας;
Ξεκινήστε σήμερα τη διαδικασία επικοινωνίας με τα παιδιά σας με χαρά. Στο χέρι σας είναι να
κερδίσετε στην τέχνη της επικοινωνίας.

Αλεξάνδρα Ευκαρπιδου

Εκπαιδευτικός- Life and parenting Coach

Παιδί

Παιδιά και συναισθηματικός εκβιασμός

Σχέσεις βασισμένες στον ηθικό καταναγκασμό, την καταπίεση των συναισθημάτων και την εξάρτηση, είναι απλώς μη υγιείς σχέσεις, που πρέπει να αποβάλλουμε επιτέλους από την ελληνική κοινωνία.

Ο εκβιασμός είναι πραγματικά μια μη ηθική πράξη, αφού ο εκβιαστής προσπαθεί να εκμεταλλευτεί κάποια αδυναμία του θύματος, για να ωφεληθεί ο ίδιος. Ο συναισθηματικός εκβιασμός αφορά αισθήματα. Αυτός που τον ασκεί ενδιαφέρεται μέσω αυτού να επιβληθεί στις ιδέες των ανθρώπων κυρίως αυτών, που η θέληση τους δεν είναι τόσο ισχυρή.

Παραδείγματα συναισθηματικού εκβιασμού

Ο συναισθηματικός εκβιασμός ξεκινά από την παιδική ηλικία.  Είναι δηλαδή η δύναμη που μπορεί να ασκήσει ένα μικρό παιδί στους γονείς του ή και το αντίστροφο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συναισθηματικού εκβιασμού ενός μικρού παιδιού προς τη μητέρα του είναι το εξής: «Θα φάω το φαγητό μου μόνο, εάν με πας βόλτα μετά το φαγητό». Όμως και οι γονείς συχνά καταφεύγουν στο συναισθηματικό εκβιασμό προς τα παιδιά τους π.χ.  «Αν είσαι φρόνιμος θα σε πάω στο πάρκο το Σάββατο». Τον συναισθηματικό εκβιασμό μπορούμε εύκολα να τον συναντήσουμε στην καθημερινότητα. Αυθεντία  στον συναισθηματικό εκβιασμό είναι οι γυναίκες. Πόσες μητέρες δεν ασκούν συναισθηματικό εκβιασμό στα παιδιά τους, όταν αυτά εκφράζουν την επιθυμία να ανεξαρτητοποιηθούν και να δημιουργήσουν την δική τους προσωπική ζωή; Ακούμε, λοιπόν, συχνά τη μητέρα να λέει: «Δεν μπορείς να φύγεις από το σπίτι, γιατί εγώ σε μεγάλωσα. Έχω κάνει τόσες θυσίες για σένα, είσαι αχάριστος/η». Πολλές φορές μάλιστα χρησιμοποιούν ακόμα χειρότερα προσχήματα, όπως αυτά της υγείας. Για παράδειγμα «δεν μπορείς να το κάνεις αυτό γιατί θα πεθάνω. Η καρδιά μου δεν αντέχει, θα είσαι υπεύθυνος/η , αν πάθω κάτι κακό».

Ψυχολογικό μπούμερανγκ

Μερικοί από τους λόγους, που οι γονείς δεν επιτρέπεται να ασκούν συναισθηματικό εκβιασμό στα παιδιά τους είναι οι εξής:

* Ο συναισθηματικός εκβιασμός  στερεί την ελεύθερη θέληση των παιδιών και τραυματίζει την εμπιστοσύνη των παιδιών, όχι μόνο απέναντι στους γονείς τους, αλλά στην ίδια τη ζωή.

* Δημιουργεί ενοχικά συμπλέγματα στο παιδί, που το συντροφεύουν στην υπόλοιπη ενήλικη ζωή του και το δυσκολεύουν αφάνταστα σε όλες του τις ενέργειες.

* Το μήνυμα που παίρνει το παιδί είναι, ότι οι γονείς του δεν το αγαπούν παρά μόνο υπό την προϋπόθεση που θα τους κάνει όλες τις επιθυμίες και τα καπρίτσια τους.  Δηλητηριάζεται  λοιπόν η πίστη τους στην αγάπη.

* Ούτε οι γονείς είναι καλό να υποκύπτουν στο συναισθηματικό εκβιασμό που ασκούν τα παιδιά τους σ’  αυτούς  για τους εξής λόγους: Αρχικά γιατί δίνουν το μήνυμα της συναισθηματικής αδυναμίας τους στα παιδιά, τα οποία όσο μεγαλώνουν θα αυξάνουν και την ένταση  του συναισθηματικού εκβιασμού προς αυτούς, σε σημείο που να γίνει ανεξέλεγκτος και επικίνδυνος. Επίσης δίνουν λάθος μήνυμα στα παιδιά τους ότι μπορούν με αυτόν τον ανέντιμο τρόπο να κερδίζουν πράγματα στη ζωή  στερούμενοι, έτσι της δυνατότητας  χτισίματος γνησίων ανθρώπινων σχέσεων και επικοινωνίας με τους συνανθρώπους τους.

Φίλοι μου κρατάμε στα χέρια μας τη δυνατότητα να χτίσουμε υγιείς και γνήσιες σχέσεις με τα παιδιά μας. Ας το κάνουμε χωρίς να χρησιμοποιούμε ανορθόδοξες μεθόδους, που βλάπτουν κι εμάς και τα παιδιά μας.


Άρθρο αρχείου

Αλεξάνδρα Ευκαρπίδου

Continue Reading

Ψυχολογία

Είσαι ο εαυτός σου?

Το «αναδυόμενο πρόσωπο» μέσα από τη θεραπευτική σχέση

Ο Carl Rogers (1902-1987) διάσημος αμερικανός καθηγητής, ψυχοθεραπευτής, συγγραφέας, παρατηρεί πως η πολυετής συμμετοχή του στην εμπειρία των πελατών του μέσα από τη θεραπευτική σχέση τού κατέδειξε πως ο καθένας τους κατά βάθος κάνει το ίδιο ερώτημα:

 «Ποιος είμαι, στην πραγματικότητα; Πώς μπορώ να έρθω σε επαφή με τον αληθινό εαυτό μου που βρίσκεται κάτω από την επιφανειακή συμπεριφορά; Πώς μπορώ να γίνω ο εαυτός μου;»

Με άλλα λόγια, ο στόχος που επιδιώκει ο κάθε πελάτης, συνειδητά ή ασυνείδητα, κάτω από το επίπεδο της προβληματικής του κατάστασης είναι να γίνει ο εαυτός του.

Απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός είναι να δημιουργήσει ο θεραπευτής μια σχέση μαζί του, στην οποία να νιώθει ασφαλής και ελεύθερος.[Αυτό για να γίνει χρειάζεται] να καταλάβει ο θεραπευτής πώς αισθάνεται στον εσωτερικό του κόσμο ο ασθενής, να τον αποδεχθεί όπως είναι, για να δημιουργήσει το ευνοϊκό ψυχολογικό κλίμα που θα του παρέχει την ευχέρεια της σκέψης, του συναισθήματος και της ίδιας του της ύπαρξής, ώστε να επιλέξει ο ίδιος προς ποια κατεύθυνση επιθυμεί να κινηθεί.

Μέσα σ’ ένα τέτοιο θεραπευτικό κλίμα ο πελάτης χρησιμοποιεί τη θεραπευτική σχέση τυπικά για να ρίξει τα ψεύτικα προσωπεία, τις μάσκες ή τους ρόλους, με τους οποίους αντιμετώπιζε ως τώρα τη ζωή. Μαθαίνει να εξετάζει τις διάφορες πλευρές της εμπειρίας του, να αναγνωρίζει και να αντιμετωπίζει τις βαθιές του αντιθέσεις, να βλέπει σε ποιο βαθμό η συμπεριφορά ή ακόμη και το συναίσθημα που βιώνει δεν είναι αληθινά, αλλά είναι ένα προσωπείο, πίσω από το οποίο κρύβεται συστηματικά.

Ο Δανός φιλόσοφος Soren Kierkegaard –πριν από έναν αιώνα και κάτι- απεικόνισε το δίλημμα του ατόμου με αξιοζήλευτη ενσυναίσθηση. Τόνισε πως ο πιο συνηθισμένος τύπος απόγνωσης που μπορεί να περιέλθει κάποιος, είναι να μην επιλέγει ή να μην επιθυμεί να είναι ο εαυτός του. Ωστόσο, η πιο σοβαρή μορφή απόγνωσης είναι να επιλέγει «να είναι κάποιος άλλος και όχι ο εαυτός του».

Από την άλλη πλευρά, όταν «επιθυμεί κάποιος να είναι ο πραγματικός του εαυτός, αυτό αποτελεί όντως το αντίθετο της απόγνωσης» και αυτή η επιλογή είναι η βαθύτερη ευθύνη του ανθρώπου.

Μετά λοιπόν την αφαίρεση του προσωπείου κατά τη διαδικασία της διαμόρφωσης του προσώπου, της αναζήτησης δηλαδή του αληθινού εαυτού, το άτομο μαθαίνει να αναγνωρίζει και να βιώνει τα συναισθήματά του στην ολότητά τους, καθαρά μέχρι εκείνο το σημείο που αποκαλύπτεται η πραγματική τους φύση.

Τα συναισθήματα αυτά μπορεί να είναι οποιοδήποτε ανθρώπινο συναίσθημα (φόβος, θυμός, τρυφερότητα, βαθιά επιθυμία, κλπ) που αναδύεται από μέσα του, και το βιώνει με τρόπο γνωστικό και ανοιχτό ώστε να βιώσει τον εαυτό του, με όλο τον πλούτο που υπάρχει εντός του.

Αυτό αποτελεί τη λεγόμενη εμπειρική ανακάλυψη του εαυτού, η οποία αρχικά φέρνει ένα συναίσθημα αναστάτωσης, που σταδιακά γίνεται συναίσθημα ανακούφισης.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανακάλυψη του εαυτού σου είναι να αφήσεις την ίδια σου την εμπειρία να σου δώσει το δικό της νόημα, γιατί αν εσύ συμπεραίνεις αυθαίρετα, τότε είσαι σε πόλεμο με τον εαυτό σου.

Αυτή η διαδικασία κάνει το άτομο να ανοίγεται περισσότερο στην εμπειρία του, να αναπτύσσει δηλαδή τη δεκτικότητά του ως προς την εμπειρία, που είναι το αντίθετο της αμυντικότητας.

Η δεκτικότητα στη συνειδητότητα, για ό,τι υπάρχει αυτή τη στιγμή μέσα σε κάποιον και μέσα στην κατάσταση, είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο στην περιγραφή του προσώπου που αναδύεται από τη θεραπεία.Επιτρέπει στο άτομο να είναι αυθεντικά ανοιχτό στις εμπειρίες και να ζει πλήρως τις εμπειρίες ολόκληρου του οργανισμού του, αντί να τις αποκλείει από τη συνειδητότητά του.

Έτσι, αποκτά και εμπιστοσύνη στον οργανισμό του γιατί μπορεί να ανακαλύπτει όλο και περισσότερο ότι ο ίδιος του ο οργανισμός είναι αξιόπιστος, ότι είναι ένα κατάλληλο όργανο για να του προτείνει την πιο ικανοποιητική συμπεριφορά σε κάθε κρίσιμη κατάσταση.

Τέλος, μέσα από όλα αυτά τα στάδια ωρίμανσης το άτομο απευθύνεται όλο και λιγότερο σε άλλους για επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία, για πρότυπα σύμφωνα με τα οποία θα ζει, για αποφάσεις και επιλογές. Αναγνωρίζει δηλαδή ότι η επιλογή βρίσκεται μέσα του και ότι το μόνο ερώτημα που μετρά είναι: «ζω με τρόπο που είναι για μένα βαθιά ικανοποιητικός και με εκφράζει αληθινά;»

Αυτό ίσως είναι το πλέον σημαντικό ερώτημα για το δημιουργικό άτομο.


Άρθρο αρχείου

Αναστασία Μουστάκα

Continue Reading

Ψυχολογία

Παράλογη Ενοχή

Νιώθεις ότι είσαι υπεύθυνος για όλα. Έχεις πραγματικές ενοχές. Πονάς. Είσαι δυστυχισμένος. Στην πραγματικότητα δεν ευθύνεσαι για τίποτα. Πάσχεις από Παράλογη Ενοχή.

Τι είναι λοιπόν η ενοχή; Γιατί μερικοί άνθρωποι δεν νιώθουν καμιά ενοχή όταν κάνουν αξιόποινες πράξεις, ενώ κάποιοι άλλοι μοιάζουν παγιδευμένοι για πάντα στις αναίτιες ενοχές τους;

Στην πραγματικότητα το μόνο είδος ενοχής που θα ’πρεπε να νιώθουμε είναι οι τύψεις από τη σκόπιμα βλαπτική ή ανεύθυνη συμπεριφορά μας.

Την ενοχή αυτή την αποκαλούμε Λογική Ενοχή, δηλαδή δίκαιη, θεμιτή γιατί είναι ένα φυσικό και πολύτιμο συναίσθημα που λειτουργεί ως μηχανισμός διόρθωσης της συμπεριφοράς μας, προκειμένου να μπορούμε να αναπτυσσόμαστε ως άτομα και να δημιουργούμε αρμονικές και ανθεκτικές σχέσεις.

Η ενοχή όμως είναι ένα συναίσθημα πολύ πιο πολύπλοκο από αυτά που δημιουργεί η λογική ενοχή. Αυτό το δεύτερο είδος το αποκαλούμε Παράλογη Ενοχή, γιατί είναι άδικη και περιττή. Είναι ένα ανεπιθύμητο συναίσθημα που δεν προκαλείται από κάποια άδικη πράξη και λειτουργεί ως ένας αμυντικός ψυχολογικός μηχανισμός ενάντια στον πόνο που νιώθουμε από άλλες αιτίες.

Οι πηγές των παράλογων ενοχών έχουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία ως χρόνο έναρξης την παιδική μας ηλικία, τότε δηλαδή που ως παιδιά δεν διαθέτουμε τον κατάλληλο τρόπο για να συνδιαλλαγούμε με τον πόνο και το θυμό, και έτσι τα μετατρέπουμε σε παράλογη ενοχή ώστε να απομονώσουμε τον εαυτό μας από αυτά τα συναισθήματα μειώνοντας τον πόνο και δίνοντάς μας μια ψεύτικη αίσθηση ελέγχου.

Για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι όπως γονείς, δάσκαλοι, κληρικοί, συνομήλικοι, έχουν καλλιεργήσει στο έπακρο την ικανότητα να ξυπνούν μέσα μας άδικη ενοχή, μέσα από την προσπάθειά τους να μας ελέγξουν, να μας μειώσουν, να μας κάνουν να νιώσουμε ανεπαρκείς ή κακοί με τον εαυτό μας, προκειμένου να αισθανθούν οι ίδιοι καλύτεροι από εμάς.

Η παράλογη ενοχή γεννάει τη λεγόμενη καταστροφική ντροπή, η οποία σε αντίθεση με τη δημιουργική ντροπή που προέρχεται από τη δίκαιη ενοχή, προσβάλλει την προσωπικότητά μας κάνοντάς μας να νιώθουμε άσχημα, βρώμικοι ή χωρίς αξία. Κατά συνέπεια, λειτουργεί καταστροφικά για μας, επειδή μας οδηγεί στο να μην αγαπάμε κάποια κομμάτια του εαυτού μας.

Ο συνδυασμός της παράλογης ενοχής και της υπερβολικής ντροπής μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές συναισθηματικές διαταραχές, όπως χαμηλή αυτοεκτίμηση, κατάθλιψη, άγχος και εθιστική ή παρορμητική συμπεριφορά, με αποτέλεσμα τον ψυχικό μας ακρωτηριασμό και το σταμάτημα της φυσιολογικής ανάπτυξης της προσωπικότητάς μας.

Τα βήματα που μπορούν να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε και να περιορίσουμε τη λογική ενοχή αλλά και να αποφύγουμε την άδικη ενοχή είναι τα εξής :

1. Αναγνώρισε την ενοχή και σταμάτησε τη σκέψη σου, μην επιτρέπεις τον εαυτό σου να βγάλει βιαστικά συμπεράσματα.

2. Εντόπισε την πραγματική πηγή της ενοχής ή του πόνου

3. Προσδιόρισε αν νιώθεις δίκαιη ή άδικη ενοχή

4. Αν η ενοχή είναι δίκαιη :

  • α. Ομολόγησε την
  • β. Ζήτησε συγγνώμη
  • γ. Άλλαξε την ανεύθυνη συμπεριφορά
  • δ. Συγχώρεσε τον εαυτό σου και συνέχισε τη ζωή σου

5.  Αν η ενοχή είναι άδικη :

  • α. Αντέστρεψε τη συναισθηματική διαδικασία από άδικη ενοχή σε θυμό
  • β. Νιώσε τον πόνο και απελευθέρωσε τον
  • γ.  Αντιμετώπισε και διόρθωσε την επώδυνη κατάσταση, όταν είναι αναγκαίο και δυνατό


Άρθρο αρχείου

Αναστασία Μουστάκα

Continue Reading

Trending