Connect with us

Οικογένεια

Η προσωπικότητα του παιδιού διαμορφώνεται και από τη θέση του μέσα στην οικογένεια

Σημαντικό ρόλο στη ψυχολογική θέση του παιδιού στην οικογένεια και στην διαμόρφωση της προσωπικότητας του παίζει και η σειρά γέννησης του μέσα στην οικογένεια, ο λεγόμενος οικογενειακός αστερισμός. Έχει σημασία αν το παιδί είναι πρωτότοκο, μεσαίο, μικρότερο ή είναι
μοναχοπαίδι.


Εκ των πραγμάτων η θέση αυτή της γέννησης του παιδιού μέσα στην οικογένεια έχει
εξαιρετική σημασία λόγω του ότι το παιδί μπαίνει σε μια διαδικασία να «καταστρώσει» μια
στρατηγική για να κερδίσει το ενδιαφέρον και την προσοχή των γονιών του. Αυτό επηρεάζει και
κατά ένα μεγάλο μέρος τη συμπεριφορά του. Για παράδειγμα, το πρώτο παιδί στην οικογένεια,
που συνήθισε να είναι το επίκεντρο της προσοχής όχι μόνο των γονέων του και των παππούδων του
ξαφνικά βρίσκεται σε «δεύτερη μοίρα», όταν έρχεται στον κόσμο το δεύτερο παιδί της οικογένειας.
Είναι λοιπόν αναμενόμενες κάποιες συμπεριφορές του τύπου να ζηλεύει το αδελφάκι του,
που το «εκθρόνισε» από το θρόνο του στην οικογένεια. Προσπαθεί με διάφορες ακόμα και
αρνητικές συμπεριφορές να τραβήξει πάλι ή να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον και την προσοχή των
γονέων του.


Γίνεται άτακτο ή και εκνευριστικό πολλές φορές. Άλλες φορές πάλι, εξ αντιθέτου, δείχνει
απόλυτη συμμόρφωση στις επιθυμίες των γονέων του γιατί πιστεύει, ότι, αν είναι καλό παιδί, θα το
αγαπούν και θα το προσέχουν οι γονείς του. Έχει συμβεί κάποια πρωτότοκα να βρέχουν το κρεβάτι
τους το βράδυ, ή να δημιουργούν κάποια προβλήματα στην ομιλία για να τραβήξουν το ενδιαφέρον
των γονέων τους. Υπάρχουν βέβαια και τα συχνά φαινόμενα να τους αναθέτουν οι γονείς τη
φροντίδα των μικρότερων αδελφών οπότε γίνονται περισσότερο υπεύθυνα. Βέβαια τα πρωτότοκα
παιδιά βιώνουν και ένα είδος πίεσης από τους γονείς γιατί σε εκείνα βασίζουν τα όνειρα και τις
προσδοκίες τους από τη ζωή. Σε αυτό «βγάζουν» όλη την αγωνία τους και όλες τις παιδαγωγικές
τους γνώσεις επικρίνοντας το και απαιτώντας να τα καταφέρνει σε όλα καλά. Γενικά συνήθως τα
πρωτότοκα παιδιά αναπτύσσουν ηγετικές ικανότητες.


Το μεσαίο παιδί στην οικογένεια βρίσκεται μεταξύ του πρώτου, που έχει κάποια
περισσότερα δικαιώματα και οδηγεί τα υπόλοιπα παιδιά, ούτε όμως και τα ίδια προνόμια με το
μικρότερο. Συνήθως αισθάνονται ότι κρίνονται πιο αυστηρά από τους γονείς έναντι του
μικρότερου, που οι γονείς είναι σχεδόν πάντοτε πιο επιεικείς μαζί του. Αυτό το παιδί γίνεται εκ των
πραγμάτων πιο ευρηματικό στο πώς να κερδίσει την προσοχή των γονιών του. Στο δεύτερο παιδί
βέβαια οι γονείς έχουν χαλαρώσει κάπως σε θέματα διαπαιδαγώγησης γιατί έχουν αποκτήσει ήδη
εμπειρία από το πρώτο παιδί. Τα παιδιά αυτά γίνονται περισσότερο ευέλικτα και προσαρμοστικά
και πιο ικανά στις διαπραγματεύσεις και πιο κοινωνικά μια και κοιτούν να χειριστούν το
μεγαλύτερο, το μικρότερο αδερφό και τους γονείς τους.


Το μικρότερο παιδί της οικογένειας νιώθει ότι τα αδέλφια του είναι, ως μεγαλύτερα, πιο
ικανά από αυτό. Πιστεύει ότι επειδή είναι το μικρότερο δεν το παίρνουν στα σοβαρά και δεν το
ακούν. Ίσως παραμείνει το μωρό της οικογένειας, που περιμένει από τους άλλους να πάρουν της
ευθύνη του και επιδιώκει έξυπνα να το υπηρετούν. Εκμεταλλεύεται πολλές φορές την αδυναμία,
που του έχουν οι γονείς του ως Βενιαμίν της οικογένειας. Κερδίζει την προσοχή των άλλων μελών
της οικογένειας διασκεδάζοντας τους και παίζοντας τους. Καραδοκεί να δει σε ποιους τομείς το
μεγαλύτερο παιδί αποτυγχάνει, ώστε σε αυτούς αυτό να επιτύχει. Συνήθως τα μικρότερα παιδιά της
οικογένειας είναι χαριτωμένα παιδιά, με χιούμορ, επιμονή, λιγότερη υπευθυνότητα και
χαμηλότερες προσδοκίες στη ζωή. Εάν οι επιτυχίες των πρώτων παιδιών είναι εξαιρετικές συνήθως
αυτό «παραιτείται» των υψηλών προσδοκιών και επιτευγμάτων. Άλλοτε, αν έχουν παραχαϊδευτεί
γίνονται και επαναστάτες.


Τέλος, το μοναχοπαίδι περνάει όλη του την ζωή με ενήλικες, που έχουν πολύ περισσότερες
ικανότητες από αυτό. Έτσι έχει τα ανταγωνιστικά στοιχεία του μεγαλύτερου, αλλά και τα
συναισθήματα ανεπάρκειας και τις απαιτήσεις του μικρότερου. Τα παιδιά αυτά ως τα μοναδικά
παιδιά της οικογένειας γίνονται συνήθως παραχαϊδεμένα και βρίσκονται σχεδόν πάντοτε στο
επίκεντρο της προσοχής. Συνηθίζουν την παρέα των ενηλίκων και δυσκολεύονται στις σχέσεις με
τους συνομήλικους τους. Έχουν βέβαια πολλές φορές το αίσθημα της μοναξιάς. Αυτά τα παιδιά
έχουν αυτοπεποίθηση, υπευθυνότητα, είναι καλοί μαθητές και δίνουν βάση στη λεπτομέρεια.
Επειδή όμως μεγάλωσαν χωρίς αδέλφια δυσκολεύονται στο μοίρασμα και έχουν ελλειπή
συναίσθηση. Δεν μπορούν να καταλάβουν εύκολα τα συναισθήματα των άλλων και να μπουν στη
θέση τους. Ένα μέρος αυτών των παιδιών μένουν εξαρτημένα από τους γονείς τους και δεν
μπορούν εύκολα να ανοίξουν τα φτερά τους και να δημιουργήσουν τη δική τους ζωή και τα δικά
τους όνειρα.


Το σημαντικό ρόλο στην ομαλή ανάπτυξη όλων των παιδιών μέσα στην οικογένεια
ανεξάρτητα από τη σειρά γέννησης τους, τον έχουν οι γονείς. Οι γονείς είναι εκείνοι που μπορούν
να βοηθήσουν τα παιδιά τους στην ομαλή τους ανάπτυξη προσέχοντας μια βασική παιδαγωγική
αρχή, να εστιάζονται και να δίνουν έμφαση στα θετικά στοιχεία του κάθε παιδιού τους.
Να ανακαλύπτουν τις ικανότητες και τα ταλέντα του κάθε παιδιού και να δουλεύουν μαζί
στην ανάπτυξη και καλλιέργεια αυτών. Να προσέχουν να μιλούν για τη συμπεριφορά του παιδιού,
που δεν είναι σωστή χωρίς να του προσδίδουν χαρακτηρισμούς και χωρίς να τη συνδέουν με τη
συμπεριφορά των άλλων παιδιών. Να μην συγκρίνουν ποτέ το ένα παιδί με το άλλο και κυρίως να
μη κάνουν διακρίσεις στα παιδιά. Να δίνουν χρόνο και προσοχή στο κάθε παιδί χωριστά. Να τα
ακούν και να μαθαίνουν τις δυσκολίες, τους φόβους, τις ανασφάλειες, τις χαρές, τα όνειρα και τις
επιθυμίες τους. Να εκδηλώνουν την αγάπη τους σε όλα τα παιδιά, χωρίς να την εκδηλώνουν
περισσότερο σε κάποιο από όλα.


Οι γονείς είναι εκείνοι που θα δείξουν και θα διδάξουν την ενότητα της οικογένειας και το
πόσο σημαντικό είναι το κάθε μέλος της οικογένειας. Αυτοί θ’ εμφανίσουν την αγάπη μεταξύ των
αδελφών, θέτοντας σα βάση τη δική τους απροϋπόθετη αγάπη προς τη/το σύζυγο και προς όλα
εξίσου τα παιδιά. Ώστε τα παιδιά να δουν σωστά τον εαυτό τους και τις σχέσεις με τους γονείς τους
και τα αδέλφια τους γιατί από τις σχέσεις αυτές θα διαμορφώσουν και τις σχέσεις αργότερα με τους
γύρω τους, φίλους, συνεργάτες, σύντροφο και συγγενείς. Από την σχέση αυτή θα μάθουν να
παίρνουν τις σωστές αποφάσεις για τη ζωή τους και το μέλλον τους

Αλεξάνδρα Ευκαρπιδου

Εκπαιδευτικός- Life and parenting Coach

Παιδί

Παιδιά και συναισθηματικός εκβιασμός

Σχέσεις βασισμένες στον ηθικό καταναγκασμό, την καταπίεση των συναισθημάτων και την εξάρτηση, είναι απλώς μη υγιείς σχέσεις, που πρέπει να αποβάλλουμε επιτέλους από την ελληνική κοινωνία.

Ο εκβιασμός είναι πραγματικά μια μη ηθική πράξη, αφού ο εκβιαστής προσπαθεί να εκμεταλλευτεί κάποια αδυναμία του θύματος, για να ωφεληθεί ο ίδιος. Ο συναισθηματικός εκβιασμός αφορά αισθήματα. Αυτός που τον ασκεί ενδιαφέρεται μέσω αυτού να επιβληθεί στις ιδέες των ανθρώπων κυρίως αυτών, που η θέληση τους δεν είναι τόσο ισχυρή.

Παραδείγματα συναισθηματικού εκβιασμού

Ο συναισθηματικός εκβιασμός ξεκινά από την παιδική ηλικία.  Είναι δηλαδή η δύναμη που μπορεί να ασκήσει ένα μικρό παιδί στους γονείς του ή και το αντίστροφο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα συναισθηματικού εκβιασμού ενός μικρού παιδιού προς τη μητέρα του είναι το εξής: «Θα φάω το φαγητό μου μόνο, εάν με πας βόλτα μετά το φαγητό». Όμως και οι γονείς συχνά καταφεύγουν στο συναισθηματικό εκβιασμό προς τα παιδιά τους π.χ.  «Αν είσαι φρόνιμος θα σε πάω στο πάρκο το Σάββατο». Τον συναισθηματικό εκβιασμό μπορούμε εύκολα να τον συναντήσουμε στην καθημερινότητα. Αυθεντία  στον συναισθηματικό εκβιασμό είναι οι γυναίκες. Πόσες μητέρες δεν ασκούν συναισθηματικό εκβιασμό στα παιδιά τους, όταν αυτά εκφράζουν την επιθυμία να ανεξαρτητοποιηθούν και να δημιουργήσουν την δική τους προσωπική ζωή; Ακούμε, λοιπόν, συχνά τη μητέρα να λέει: «Δεν μπορείς να φύγεις από το σπίτι, γιατί εγώ σε μεγάλωσα. Έχω κάνει τόσες θυσίες για σένα, είσαι αχάριστος/η». Πολλές φορές μάλιστα χρησιμοποιούν ακόμα χειρότερα προσχήματα, όπως αυτά της υγείας. Για παράδειγμα «δεν μπορείς να το κάνεις αυτό γιατί θα πεθάνω. Η καρδιά μου δεν αντέχει, θα είσαι υπεύθυνος/η , αν πάθω κάτι κακό».

Ψυχολογικό μπούμερανγκ

Μερικοί από τους λόγους, που οι γονείς δεν επιτρέπεται να ασκούν συναισθηματικό εκβιασμό στα παιδιά τους είναι οι εξής:

* Ο συναισθηματικός εκβιασμός  στερεί την ελεύθερη θέληση των παιδιών και τραυματίζει την εμπιστοσύνη των παιδιών, όχι μόνο απέναντι στους γονείς τους, αλλά στην ίδια τη ζωή.

* Δημιουργεί ενοχικά συμπλέγματα στο παιδί, που το συντροφεύουν στην υπόλοιπη ενήλικη ζωή του και το δυσκολεύουν αφάνταστα σε όλες του τις ενέργειες.

* Το μήνυμα που παίρνει το παιδί είναι, ότι οι γονείς του δεν το αγαπούν παρά μόνο υπό την προϋπόθεση που θα τους κάνει όλες τις επιθυμίες και τα καπρίτσια τους.  Δηλητηριάζεται  λοιπόν η πίστη τους στην αγάπη.

* Ούτε οι γονείς είναι καλό να υποκύπτουν στο συναισθηματικό εκβιασμό που ασκούν τα παιδιά τους σ’  αυτούς  για τους εξής λόγους: Αρχικά γιατί δίνουν το μήνυμα της συναισθηματικής αδυναμίας τους στα παιδιά, τα οποία όσο μεγαλώνουν θα αυξάνουν και την ένταση  του συναισθηματικού εκβιασμού προς αυτούς, σε σημείο που να γίνει ανεξέλεγκτος και επικίνδυνος. Επίσης δίνουν λάθος μήνυμα στα παιδιά τους ότι μπορούν με αυτόν τον ανέντιμο τρόπο να κερδίζουν πράγματα στη ζωή  στερούμενοι, έτσι της δυνατότητας  χτισίματος γνησίων ανθρώπινων σχέσεων και επικοινωνίας με τους συνανθρώπους τους.

Φίλοι μου κρατάμε στα χέρια μας τη δυνατότητα να χτίσουμε υγιείς και γνήσιες σχέσεις με τα παιδιά μας. Ας το κάνουμε χωρίς να χρησιμοποιούμε ανορθόδοξες μεθόδους, που βλάπτουν κι εμάς και τα παιδιά μας.


Άρθρο αρχείου

Αλεξάνδρα Ευκαρπίδου

Continue Reading

Ψυχολογία

Είσαι ο εαυτός σου?

Το «αναδυόμενο πρόσωπο» μέσα από τη θεραπευτική σχέση

Ο Carl Rogers (1902-1987) διάσημος αμερικανός καθηγητής, ψυχοθεραπευτής, συγγραφέας, παρατηρεί πως η πολυετής συμμετοχή του στην εμπειρία των πελατών του μέσα από τη θεραπευτική σχέση τού κατέδειξε πως ο καθένας τους κατά βάθος κάνει το ίδιο ερώτημα:

 «Ποιος είμαι, στην πραγματικότητα; Πώς μπορώ να έρθω σε επαφή με τον αληθινό εαυτό μου που βρίσκεται κάτω από την επιφανειακή συμπεριφορά; Πώς μπορώ να γίνω ο εαυτός μου;»

Με άλλα λόγια, ο στόχος που επιδιώκει ο κάθε πελάτης, συνειδητά ή ασυνείδητα, κάτω από το επίπεδο της προβληματικής του κατάστασης είναι να γίνει ο εαυτός του.

Απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός είναι να δημιουργήσει ο θεραπευτής μια σχέση μαζί του, στην οποία να νιώθει ασφαλής και ελεύθερος.[Αυτό για να γίνει χρειάζεται] να καταλάβει ο θεραπευτής πώς αισθάνεται στον εσωτερικό του κόσμο ο ασθενής, να τον αποδεχθεί όπως είναι, για να δημιουργήσει το ευνοϊκό ψυχολογικό κλίμα που θα του παρέχει την ευχέρεια της σκέψης, του συναισθήματος και της ίδιας του της ύπαρξής, ώστε να επιλέξει ο ίδιος προς ποια κατεύθυνση επιθυμεί να κινηθεί.

Μέσα σ’ ένα τέτοιο θεραπευτικό κλίμα ο πελάτης χρησιμοποιεί τη θεραπευτική σχέση τυπικά για να ρίξει τα ψεύτικα προσωπεία, τις μάσκες ή τους ρόλους, με τους οποίους αντιμετώπιζε ως τώρα τη ζωή. Μαθαίνει να εξετάζει τις διάφορες πλευρές της εμπειρίας του, να αναγνωρίζει και να αντιμετωπίζει τις βαθιές του αντιθέσεις, να βλέπει σε ποιο βαθμό η συμπεριφορά ή ακόμη και το συναίσθημα που βιώνει δεν είναι αληθινά, αλλά είναι ένα προσωπείο, πίσω από το οποίο κρύβεται συστηματικά.

Ο Δανός φιλόσοφος Soren Kierkegaard –πριν από έναν αιώνα και κάτι- απεικόνισε το δίλημμα του ατόμου με αξιοζήλευτη ενσυναίσθηση. Τόνισε πως ο πιο συνηθισμένος τύπος απόγνωσης που μπορεί να περιέλθει κάποιος, είναι να μην επιλέγει ή να μην επιθυμεί να είναι ο εαυτός του. Ωστόσο, η πιο σοβαρή μορφή απόγνωσης είναι να επιλέγει «να είναι κάποιος άλλος και όχι ο εαυτός του».

Από την άλλη πλευρά, όταν «επιθυμεί κάποιος να είναι ο πραγματικός του εαυτός, αυτό αποτελεί όντως το αντίθετο της απόγνωσης» και αυτή η επιλογή είναι η βαθύτερη ευθύνη του ανθρώπου.

Μετά λοιπόν την αφαίρεση του προσωπείου κατά τη διαδικασία της διαμόρφωσης του προσώπου, της αναζήτησης δηλαδή του αληθινού εαυτού, το άτομο μαθαίνει να αναγνωρίζει και να βιώνει τα συναισθήματά του στην ολότητά τους, καθαρά μέχρι εκείνο το σημείο που αποκαλύπτεται η πραγματική τους φύση.

Τα συναισθήματα αυτά μπορεί να είναι οποιοδήποτε ανθρώπινο συναίσθημα (φόβος, θυμός, τρυφερότητα, βαθιά επιθυμία, κλπ) που αναδύεται από μέσα του, και το βιώνει με τρόπο γνωστικό και ανοιχτό ώστε να βιώσει τον εαυτό του, με όλο τον πλούτο που υπάρχει εντός του.

Αυτό αποτελεί τη λεγόμενη εμπειρική ανακάλυψη του εαυτού, η οποία αρχικά φέρνει ένα συναίσθημα αναστάτωσης, που σταδιακά γίνεται συναίσθημα ανακούφισης.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανακάλυψη του εαυτού σου είναι να αφήσεις την ίδια σου την εμπειρία να σου δώσει το δικό της νόημα, γιατί αν εσύ συμπεραίνεις αυθαίρετα, τότε είσαι σε πόλεμο με τον εαυτό σου.

Αυτή η διαδικασία κάνει το άτομο να ανοίγεται περισσότερο στην εμπειρία του, να αναπτύσσει δηλαδή τη δεκτικότητά του ως προς την εμπειρία, που είναι το αντίθετο της αμυντικότητας.

Η δεκτικότητα στη συνειδητότητα, για ό,τι υπάρχει αυτή τη στιγμή μέσα σε κάποιον και μέσα στην κατάσταση, είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο στην περιγραφή του προσώπου που αναδύεται από τη θεραπεία.Επιτρέπει στο άτομο να είναι αυθεντικά ανοιχτό στις εμπειρίες και να ζει πλήρως τις εμπειρίες ολόκληρου του οργανισμού του, αντί να τις αποκλείει από τη συνειδητότητά του.

Έτσι, αποκτά και εμπιστοσύνη στον οργανισμό του γιατί μπορεί να ανακαλύπτει όλο και περισσότερο ότι ο ίδιος του ο οργανισμός είναι αξιόπιστος, ότι είναι ένα κατάλληλο όργανο για να του προτείνει την πιο ικανοποιητική συμπεριφορά σε κάθε κρίσιμη κατάσταση.

Τέλος, μέσα από όλα αυτά τα στάδια ωρίμανσης το άτομο απευθύνεται όλο και λιγότερο σε άλλους για επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία, για πρότυπα σύμφωνα με τα οποία θα ζει, για αποφάσεις και επιλογές. Αναγνωρίζει δηλαδή ότι η επιλογή βρίσκεται μέσα του και ότι το μόνο ερώτημα που μετρά είναι: «ζω με τρόπο που είναι για μένα βαθιά ικανοποιητικός και με εκφράζει αληθινά;»

Αυτό ίσως είναι το πλέον σημαντικό ερώτημα για το δημιουργικό άτομο.


Άρθρο αρχείου

Αναστασία Μουστάκα

Continue Reading

Ψυχολογία

Παράλογη Ενοχή

Νιώθεις ότι είσαι υπεύθυνος για όλα. Έχεις πραγματικές ενοχές. Πονάς. Είσαι δυστυχισμένος. Στην πραγματικότητα δεν ευθύνεσαι για τίποτα. Πάσχεις από Παράλογη Ενοχή.

Τι είναι λοιπόν η ενοχή; Γιατί μερικοί άνθρωποι δεν νιώθουν καμιά ενοχή όταν κάνουν αξιόποινες πράξεις, ενώ κάποιοι άλλοι μοιάζουν παγιδευμένοι για πάντα στις αναίτιες ενοχές τους;

Στην πραγματικότητα το μόνο είδος ενοχής που θα ’πρεπε να νιώθουμε είναι οι τύψεις από τη σκόπιμα βλαπτική ή ανεύθυνη συμπεριφορά μας.

Την ενοχή αυτή την αποκαλούμε Λογική Ενοχή, δηλαδή δίκαιη, θεμιτή γιατί είναι ένα φυσικό και πολύτιμο συναίσθημα που λειτουργεί ως μηχανισμός διόρθωσης της συμπεριφοράς μας, προκειμένου να μπορούμε να αναπτυσσόμαστε ως άτομα και να δημιουργούμε αρμονικές και ανθεκτικές σχέσεις.

Η ενοχή όμως είναι ένα συναίσθημα πολύ πιο πολύπλοκο από αυτά που δημιουργεί η λογική ενοχή. Αυτό το δεύτερο είδος το αποκαλούμε Παράλογη Ενοχή, γιατί είναι άδικη και περιττή. Είναι ένα ανεπιθύμητο συναίσθημα που δεν προκαλείται από κάποια άδικη πράξη και λειτουργεί ως ένας αμυντικός ψυχολογικός μηχανισμός ενάντια στον πόνο που νιώθουμε από άλλες αιτίες.

Οι πηγές των παράλογων ενοχών έχουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία ως χρόνο έναρξης την παιδική μας ηλικία, τότε δηλαδή που ως παιδιά δεν διαθέτουμε τον κατάλληλο τρόπο για να συνδιαλλαγούμε με τον πόνο και το θυμό, και έτσι τα μετατρέπουμε σε παράλογη ενοχή ώστε να απομονώσουμε τον εαυτό μας από αυτά τα συναισθήματα μειώνοντας τον πόνο και δίνοντάς μας μια ψεύτικη αίσθηση ελέγχου.

Για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι όπως γονείς, δάσκαλοι, κληρικοί, συνομήλικοι, έχουν καλλιεργήσει στο έπακρο την ικανότητα να ξυπνούν μέσα μας άδικη ενοχή, μέσα από την προσπάθειά τους να μας ελέγξουν, να μας μειώσουν, να μας κάνουν να νιώσουμε ανεπαρκείς ή κακοί με τον εαυτό μας, προκειμένου να αισθανθούν οι ίδιοι καλύτεροι από εμάς.

Η παράλογη ενοχή γεννάει τη λεγόμενη καταστροφική ντροπή, η οποία σε αντίθεση με τη δημιουργική ντροπή που προέρχεται από τη δίκαιη ενοχή, προσβάλλει την προσωπικότητά μας κάνοντάς μας να νιώθουμε άσχημα, βρώμικοι ή χωρίς αξία. Κατά συνέπεια, λειτουργεί καταστροφικά για μας, επειδή μας οδηγεί στο να μην αγαπάμε κάποια κομμάτια του εαυτού μας.

Ο συνδυασμός της παράλογης ενοχής και της υπερβολικής ντροπής μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές συναισθηματικές διαταραχές, όπως χαμηλή αυτοεκτίμηση, κατάθλιψη, άγχος και εθιστική ή παρορμητική συμπεριφορά, με αποτέλεσμα τον ψυχικό μας ακρωτηριασμό και το σταμάτημα της φυσιολογικής ανάπτυξης της προσωπικότητάς μας.

Τα βήματα που μπορούν να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε και να περιορίσουμε τη λογική ενοχή αλλά και να αποφύγουμε την άδικη ενοχή είναι τα εξής :

1. Αναγνώρισε την ενοχή και σταμάτησε τη σκέψη σου, μην επιτρέπεις τον εαυτό σου να βγάλει βιαστικά συμπεράσματα.

2. Εντόπισε την πραγματική πηγή της ενοχής ή του πόνου

3. Προσδιόρισε αν νιώθεις δίκαιη ή άδικη ενοχή

4. Αν η ενοχή είναι δίκαιη :

  • α. Ομολόγησε την
  • β. Ζήτησε συγγνώμη
  • γ. Άλλαξε την ανεύθυνη συμπεριφορά
  • δ. Συγχώρεσε τον εαυτό σου και συνέχισε τη ζωή σου

5.  Αν η ενοχή είναι άδικη :

  • α. Αντέστρεψε τη συναισθηματική διαδικασία από άδικη ενοχή σε θυμό
  • β. Νιώσε τον πόνο και απελευθέρωσε τον
  • γ.  Αντιμετώπισε και διόρθωσε την επώδυνη κατάσταση, όταν είναι αναγκαίο και δυνατό


Άρθρο αρχείου

Αναστασία Μουστάκα

Continue Reading

Trending